Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Σπάσε τον καθρέφτη σου

Είναι πρωί, μίας ημέρας που για πολλούς είναι ίδια και όμοια με όλες τις υπόλοιπες. Το ξυπνητήρι ίσως να μη χτυπήσει, αλλά η συνήθεια μας όταν ξυπνήσουμε δεν αλλάζει. Με βήματα βαριά και έναν οργανισμό που προσπαθεί να λειτουργήσει, θα οδηγηθούμε μπροστά σε έναν καθρέφτη. Εκεί μια χούφτα φρέσκου νερού θα έρθει να χτυπήσει το πρόσωπό μας σαν κύμα που ταράζει τα λιμνάζοντα νερά. Τότε τα μάτια μας θα σηκωθούν και θα κοιτάξουν τον καθρέφτη. Θα καρφω­θούν πάνω στο είδωλό μας και θα αρχίσουν να το περιεργάζονται· οι σταγόνες του νερού, που κυλούν στο πρόσωπό μας, τα μάτια μας που είναι ακόμα πρησμένα, οι αλλαγές του χτες και οι αγωνίες του σήμερα. Όλα σκιαγραφημένα σε λίγα μόνο τετραγωνικά εκατοστά, σε δυο μάτια. Κοιτώντας αυτό το είδωλο πολλές φορές αβίαστα ξεπηδά από μέσα μας μία φαινομενικά αστεία ερώτηση: ποιος είσαι και τι θες;

Μα είσαι εσύ! Αλλά τι σημαίνει αυτό το εσύ; Ποιες λέξεις το διαμορφώνουν; Τι κάνει αυτό το εσύ τόσο μοναδικό; Είναι τόσο δύσκολο τελικά να ικανοποιήσουμε μία ερώτηση, της οποίας την απάντηση συναντάμε κάθε πρωί με τα μάτια μας στο είδωλό μας. Τα χείλη όμως είναι εκείνα που αδυνατούν να περιγράψουν με κάθε λεπτομέρεια αυτό το εσύ. Μέσα σε αυτό το παιχνίδι της σκέψης, ο νους, η καρδιά και συνείδηση θα έρθουν ως άλλες νύμφες να εμπλακούν και τότε το ερώτημα θα λάβει μεγαλύτερη ένταση. Είμαι καλός ή κακός; Είμαι αληθινός ή ψεύτικος; Είμαι εγώ ή το είδωλό μου; Πως πορεύομαι και πως αλλάζω; Τέλος, χρόνου... Πρέπει να φύγουμε μπροστά από τον καθρέφτη γιατί η αληθινή ζωή κυλά και δεν περιμένει. Φεύγοντας όμως από εκεί όλοι έχουμε σχηματίσει μία άποψη.

Άλλοι από εμάς κοιτάζοντας αυτό το είδωλο συνάντησαν την «τελειότητα» και άλλοι την «πτώση». Κάποιοι λίγοι από εμάς, συνάντησαν εικόνα Θεού και τα χείλη τους ψέλλισαν ένα Κύριε Ελέησον.