Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

Περί των εικόνων των χριστιανών

Δεν αρνούμαι την ακαταληψία του Θεού, ούτε το απερίγραπτό του, όμως πως όλοι οι προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη είδαν κάποια εικόνα του Θεού, όχι την αληθινή του ουσία. 

Έτσι για παράδειγμα η φλεγόμενη βάτος είναι μία εικόνα του Θεού, μια συμβολική μορφή. 

Η εικόνα αποτελεί ότι και οι λέξεις για τους αγράμματους και τους αδαείς. Αλλά και ο Θεός δημιουργεί εικόνες. Γεννά τον Υιό του το Μονογενή που είναι η ζωντανή και φυσική εικόνα του Πατρός, δημιουργεί τον άνθρωπο ως κατ’ εικόνα Αυτού. 

Ο Υιός του Θεού από αόρατος και άυλος γίνεται ορατός. Τότε δε μπορούσε να απεικονιστεί, τώρα όμως μπορεί. Έτσι  δεν απεικονίζω τον αόρατο Θεό στην εικόνα, αλλά τη σάρκα που ήταν ορατή. Στο Ισραήλ δε μπορούσαν να απεικονίσουν αυτό που δεν είδαν, εμείς όμως μπορούμε διότι Τον είδαμε. Άρα η απεικόνιση του Ιησού, βασίζεται πάντα πάνω στο μυστήριο της ενανθρώπησης, πάνω στο γεγονός του ιστορικού ευαγγελίου

Άλλωστε και οι Γραφές ουσιαστικά είναι ένα είδος λεκτικής απεικονίσεως. Έτσι η απαγόρευση της Παλαιάς Διαθήκης για τη δημιουργία ομοιωμάτων,  είχε παιδαγωγικό χαρακτήρα με στόχο να ανακόψει την έφεση προς την ειδωλολατρία. 
 
 Η εικόνα του Θεού, ο σαρκωθείς Λόγος, φωτίζει τη σάρκα. Γι αυτό άλλωστε και οι προσκυνούντες τον Ιησού, δεν προσκυνούν το σώμα, δεν προσκυνούν τη σάρκα, αλλά το θεοποιημένο σώμα, τη θεοποίησή της από τον ίδιο το Θεό. Έτσι δεν προσκυνώ την ύλη όταν προσκυνώ την εικόνα, αλλά προσκυνώ τον κτίστη της ύλης, ο οποίος έγινε υλικός για τη σωτηρία μας. 

Γι αυτό δε θα παύσει να προσκυνεί αυτό μέσω του οποίου επετεύχθη η σωτηρία των ανθρώπων. Το σημείο αυτό της νίκης αποτελούν και οι εικόνες, διότι η φύση μας δοξάστηκε και προχώρησε στην αφθαρσία. Έτσι η άρνηση προσκυνήσεως στην εικόνα αποτελεί μια ουσιαστική απόρριψη της αγιαστικής μετάδοσης της χάριτος του Θεού.