Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

Βίλχελμ Ράϊχ: Τους έδειξε που βρίσκεται ο ωκεανός, γι'αυτό Τον σκότωσαν

Αν ξέρεις τον ωκεανό, - κοιμισμένο, ταραγμένο ή ολότελα ξυπνητό -δεν έχει σημασία-, τότε ξέρεις το Θεό

και ξέρεις για τι πράγμα μίλησαν όλοι οι Χριστοί στην ανθρώπινη ιστορία. Αν δεν ξέρεις τον ωκεανό, τότε έχεις χαθεί, οποιοσδήποτε κι αν είσαι.

Πιθανόν να ξέρεις τον ωκεανό, σαν μέσα από καθρέπτη, επειδή φοβάσαι να μην πνιγείς στα βάθη του, μα δεν παύεις ποτέ να 'σαι ένα κομμάτι του ωκεανού, που βγαίνεις από τα βάθη του και
ξαναγυρίζεις σε αυτά. Κι όταν βγαίνεις απ΄τον ωκεανό για να ξαναβυθιστείς πάλι μέσα του, παίρνεις μαζί σου το βάθος του.
Όχι ένα κομματάκι του βάθους του. Όχι ένα χιλιοστό του γραμμαρίου βάθος, από τις χιλιάδες τόννους του βάθους. Το βάθος, είναι βάθος, ανεξάρτητα αν ζυγίζει ένα γραμμάριο ή ένα τόννο. Είναι ποιότητα.

Και ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ το Θεό. Αρνιέσαι να πιστέψεις ότι υπάρχουν άνθρωποι που ΔΕN γνωρίζουν ή ακόμα που δεν τολμούν να γνωρίσουν το Θεό. Ήταν οι άρρωστοι, οι έρημοι, οι μαραμένοι άνθρωποι εκείνοι που έπλασαν το μύθο, ότι τάχα ο Θεός απαγορεύει στους ανθρώπους να Τον κοιτάξουν, να Τον γνωρίσουν, να Τον νιώσουν, να Τον ζήσουν.

Αυτοί είναι που έβαλαν τους ανθρώπους να ψάχνουν με κόπο -μέσα σε φήμες, σε δοξασίες, μέσα σ΄ελπίδες - να βρουν εκείνο που οι ίδιοι εγκατέλειψαν γρήγορα. Κι όλα αυτά ήταν αναγκαία επειδή, έχοντας χάσει το Θεό μέσα τους κι έχοντας χάσει την ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΗ αίσθηση της Ζωής, άρχισαν να λατρεύουν το χρυσάφι.

Κι αυτό δεν θα Του το συγχωρέσουν ποτέ του Χριστού οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι. Και να τι εξώθησε τους γραμματείς και τους Φαρισαίους να Τον σκοτώσουν:

Το ότι είπε στο λαό του (σ.σ στους ανθρώπους), σε ποιο μέρος βρισκόταν ο ωκεανός, ενώ οι ίδιοι εξακολουθούσαν να τον ψάχνουν στα βιβλία και ταυτόχρονα είχαν κατασκευάσει μικρές δεξαμενές, τις οποίες ετάραζαν με τα πηδάλια για να δώσουν την εντύπωση ενός φανταστικού ωκεανού.

Ο Χριστός είχε την τόλμη να τους δείξει το βάθος του ωκεανού και γι'αυτό πρέπει να πεθάνει. Θα Τον σκοτώσουν γιατί είπε στους ανθρώπους που να ψάξουν για να βρουν τη ζωή: στις ίδιες τις ψυχές τους. Θα Τον σκοτώσουν εξαιτίας όλων αυτών, γιατί δεν τα καταχώνιασε όλα τούτα μέσα σε Ταλμουδικά βιβλία.

Μα δεν θα Τον σκοτώσουν μονομιάς. Όχι πριν να καλύψουν τη δολοφονία τους με ό,τι νόμιμες γαρνιτούρες μπορέσουν να συγκεντρώσουν. Και δε θα απλώσουν χέρια πάνω Του άμεσα, όχι προσωπικά οι ίδιοι. Αυτό θα λέρωνε την αξιοπρέπειά τους, την οποία φοράνε σα μεταξωτή τήβεννο μπροστά στα ανθρωπάκια.

Αυτοί διατηρούν τη σαπίλα που υπάρχει στον κόσμο και θα εξακολουθήσουν τη βρωμερή δουλειά τους. Σαλιαρίζουν άδειες κουβέντες για την αλήθεια μα οι ίδιοι δεν ενδιαφέρονται καθόλου γι'αυτήν. Επιζητούν να σκοτώσουν την αλήθεια όπου κι αν τη βρουν. Μιλάνε για το ιδανικό του πνεύματος, μα σκοτώνουν
το πνεύμα όταν το βλέπουν να λαμπυρίζει στα μάτια των αγοριών και των κοριτσιών. Αυτοί είναι η κατάρα της Ανθρωπότητας, αλλά τη δύναμή τους, την αντλούν απ΄ τους ίδιους τους ανθρώπους που εξολοθρεύουν.

Οι άνθρωποι, ξέρουν την αλήθεια, μα τηρούν σιγή θανάτου γιατί φοβούνται. Πού 'ναι τα πλήθη, που κάποτε βροντοφώναζαν "Ωσαννά εν τοις Υψίστοις", τώρα που ο Χριστός κουβαλάει το σταυρό Του στο Γολγοθά; Όλοι είναι απόντες. Αργότερα όμως, η Εκκλησία θα παραγγέλνει να της φτιάξουν εικόνες, που να δείχνουν τον Χριστό να ανεβαίνει στο Γολγοθά και γύρω Του τα πλήθη να θαυμάζουν. Γιατί δεν κάνουν κάτι για να σώσουν το σωτήρα τους; Φώναζαν αυτοί "Ωσαννά εν τοις Υψίστοις";

Ο σωτήρας οφείλει να σώσει τον εαυτό Του. Εμπρός λοιπόν, Γιε του Ανθρώπου, κάνε το θαύμα σου. Και Τον φτύνουν στο πρόσωπο, και Τον φραγγελώνουν στην πλάτη και Του καταρρακώνουν την αξιοπρέπεια και Τον αφήνουν να υποφέρει αφόρητα για να καταστραφεί η αγάπη Του για τους ανθρώπους και η αγάπη των ανθρώπων γι΄Αυτόν.

Γιατί είναι απαίσιοι, κτήνη χειρότερα και από αυτά της ζούγκλας, κτηνώδεις διάβολοι του μίσους, το οποίο σιγόκαιγε στις μουχλιασμένες σάρκες τους, περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία να σκοτώσει αυτό που οι ίδιοι, ποτέ, μα ποτέ δεν ήταν σε θέση να νιώσουν μέσα τους.

Κι αυτό, θα πραγματοποιηθεί με αδυσώπητη λογική συνέπεια, μετά από μια αναπότρεπτη αλυσίδα γεγονότων. Όχι μόνο στο 30 μ.Χ., μα και σε όλες τις εποχές.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίλχελμ Ράϊχ "Η Δολοφονία του Χριστού".